Μια στάση παρωδία

Αίφνης, στις 13 Ιουλίου 2010, η Ομοσπονδία Συλλόγων του Υπουργείου Εσωτερικών και ο Σύλλογός μας αποφάσισαν στάση εργασίας και συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Κλαυθμώνος, με συνθήματα «όχι στη μείωση των εισοδημάτων μας», «όχι στην υποβάθμιση του επιπέδου διαβίωσής μας».

Καλοδεχούμενη η διαμαρτυρία, είπαμε. Και πήγαμε στην πλατεία των δακρύων. Ώρα 12 το μεσημέρι. Ισχνή συμμετοχή. Οι συμμετέχοντες ανοργάνωτοι και ανέμπνευστοι. Χύμα στο κύμα. Ξεδιπλώθηκαν δυο πανό. Το ένα (φωτογραφία) ζητούσε, ούτε λίγο ούτε πολύ, οικονομικό έλεγχο των Ταμείων με συμμετοχή των εργαζομένων!

Αμετανόητοι ρεφορμιστές γαντζωμένοι στη χρεοκοπημένη εμμονή της συνδιοίκησης.

Τοποθετήθηκε και το τραπεζάκι με το ηχοσύστημα. Η ώρα πέρναγε. Εμείς άφωνοι. Ο ήλιος καυτός. Στο χαλαρό πιάσαμε τις σκιές στην παρακείμενη καφετέρια.

Κάποια στιγμή δούλεψε το ηχοσύστημα και ανάμεσα σε διάφορα –άλλα αντ’ άλλων– άσματα, ξεσπάει και μια βουκολική μουσική, κατάλληλη για το ξεφάντωμα του Πάσχα. Οπότε δικαίως αναρωτήθηκε το συμπαθές γκαρσόνι: «τα ψητά πότε θα έρθουν;».

Ύστερα διάβασε το ψήφισμα ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας και διαλυθήκαμε ησύχως.

Αλήθεια, συνάδελφοι των διοικήσεων, τι πήγαμε να κάνουμε στην πλατεία των δακρύων; Μάλλον να αποδείξουμε ότι είμαστε για κλάματα.

Τέτοιες άτυχες «κινητοποιήσεις» όχι μόνο δεν προσφέρουν, αλλά αντιθέτως αποτελούν οπισθοδρόμηση, σκορπίζοντας απογοήτευση. Και μπορεί να μη βρισκόμαστε ως συνδικαλιστικό κίνημα στη πλέον αγωνιστική έξαρση, αλλά σε εποχές πρωτοφανούς ισοπέδωσης, όπου αναζωπυρώνεται η αγωνιστική διάθεση των εργαζομένων, είναι απαράδεκτο να σκορπίζεται ανεκμετάλλευτη με τέτοιο αξιοθρήνητο τρόπο.

Ν. Θεοδόσης- Φεξούλης