Συνεχίζουμε, κόντρα στο εκλογικό παζάρι και στη συναλλαγή

Το φαινόμενο είναι παλαιό και απαράλλαχτα επαναλαμβανόμενο. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση του Σ.Π.Ε.Τ., αντί για αντιπαράθεση θέσεων και διαμόρφωση συνδικαλιστικών επιλογών, κυριαρχεί η εσωστρέφεια, η τυφλή όσο και αχαλίνωτη ψηφοθηρία: ταξίματα, υποσχέσεις για βολέματα, πιέσεις, άμεσοι και έμμεσοι εκβιασμοί.

Από τη μια μεριά οι θηρευτές- εκπρόσωποι της εξουσίας και από την άλλη, πέρα από την σχετικώς διαμορφωμένη παραταξιοποίηση, η «κινούμενη άμμος» ενός υψηλού ποσοστού συναδέλφων που πάντοτε έλκονται από την εκάστοτε εξουσία και γι’ αυτό διεκδικούνται από τους εξουσιάζοντες.

Τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, που σταθερά θίγουμε μέσα από τις στήλες του «Δελτίου» μας, και έπρεπε να αποτελέσουν τους άξονες κάθε αντιπαράθεσης, παρέμειναν στη σκιά.

Είμαστε μισθωτοί, άρα εφ’ όρου ζωής δέσμιοι των αναγκών. Πάνω σ’ αυτό το έδαφος υπακούουμε (κατά συντριπτική πλειονότητα) στη λογική με την οποία, χρόνια τώρα, έχουμε μπολιαστεί: με τις κομματικές γνωριμίες κα τις «άκρες» έρχονται τα επιδοματικά ή άλλα οφέλη. Έτσι εμπεδώθηκε και ισχυροποιήθηκε η πεποίθηση ότι «άλλο το εθνικό Τυπογραφείο και άλλο τα έξω απ’ αυτό». Και τούτη η αντίληψη αντανακλάται, κατά κύριο λόγο, στις συνδικαλιστικές επιλογές.

Δείχνουμε να ξεχνάμε ότι είμαστε ένα μικρό τμήμα του ευρύτερου στρατοπέδου των εργαζομένων. Δείχνουμε να ξεχνάμε ότι «το κεφάλαιο είναι η εξουσία επί της εργασίας και των προϊόντων της» (Κ. Μαρξ, «Χειρόγραφα» 1844). Δεν έχουμε δικαίωμα να κοιτάμε μόνο την πάρτη μας, αλλά να παλεύουμε δυναμικότερα μαζί με όσους λιώνουν στα πεζοδρόμια του αγώνα γύρω από τα μεγάλα ζητήματα των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, της διεκδίκησης αυξήσεων, της Υγείας, της Ασφάλισης, της Παιδείας, της διογκούμενης κρατικής βίας. Δεν έχουμε δικαίωμα να νοιώθουμε αποκομμένοι και «αυτάρκεις» όταν η κοινωνία καίγεται.

Βρισκόμαστε στον αντίποδα αυτής της αντίληψης, όχι μόνο για λόγους αρχών. Αλλά γιατί αυτή η κοντόφθαλμη τακτική μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποδειχτεί μπούμερανγκ. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι πορευόμαστε σ’ ένα ναρκοπέδιο αντιφάσεων, έχουμε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των συναδέλφων.

Και για να επιστρέψουμε στα των πρόσφατων εκλογών. Θεμιτός ο αγώνας για να επιτύχει η κάθε παράταξη το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Θεμιτή και επιβαλλόμενη η διαπάλη ιδεών και επιχειρημάτων. Αθέμιτη η ευτελής υποσχεσιολογία, το βόλεμα, η συναλλαγή, η παρασκηνιακή λασπολογία, οι ασφυκτικές όσο και εξευτελιστικές «συνοδείες» των συναδέλφων μέχρι το εκλογικό παραβάν από τους αρουραίους της κάλπης.

Η ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

Απέναντι σ’ αυτό το κλίμα, η παράταξή μας αντιτάσσει αμετακίνητα και διαχρονικά συνδικαλιστικές και πολιτικές θέσεις και αρχές. Λειτουργούμε συνειδητά ως ομάδα, γνωρίζοντας σε ποια τάξη ανήκουμε, παραμερίζοντας τα καιροσκοπικά δολώματα. Δεν πάσχουμε από «καπελώματα» και μωροφιλοδοξίες. Το κάθε μέλος μας δεν ψηφοθηρεί υποσκάπτοντας τον συνυποψήφιό του στην παράταξη.

Το σύστημα ορίζει ότι «ο εργαζόμενος πρέπει να κατέχει μόνο όσα του είναι αρκετά για να θέλει να ζει και πρέπει να θέλει να ζει μόνο για να τα κατέχει» (Κ. Μαρξ, «Χειρόγραφα» 1844).

Δηλαδή να μην απέχει από την κατάσταση του ζώου. Αλλά εκτός από εργαζόμενοι είμαστε και άνθρωποι. Ένας παραπάνω λόγος για να διεκδικούμε συλλογικές διεξόδους στα κοινωνικά αδιέξοδα, κοιτάζοντας έξω και πάνω από τη χαμερπή «ουδετερότητα», πιστοί στο μόνο δρόμο που υπαγορεύει η εργατική αξιοπρέπεια, το δρόμο της συνειδητής επιλογής και του αγώνα.